Πούλησαν τα Airbus σε τιμή πολύ χαμηλότερη από εκείνη που ο ΣΥΡΙΖΑ έλεγε ξεπούλημα

Αυτό που δεν μάθαμε είναι αν έβαλε τα κλάματα ο Σπίρτζης

Πούλησαν τα Airbus σε τιμή πολύ χαμηλότερη από εκείνη που ο ΣΥΡΙΖΑ έλεγε ξεπούλημα

(adsbygoogle = window.adsbygoogle || []).push({});

Προς $4,2 εκατ. πωλήθηκαν τα Airbus της πρώην Ολυμπιακής

Ως προτιμητέος αγοραστής στη διαγωνιστική διαδικασία για την πώληση των δύο αεροσκαφών Airbus A340-300 της πρώην Ολυμπιακής Αεροπορίας ανακηρύχτηκε η εταιρεία  Turboshaft FZE. Η προσφορά που υπέβαλε ανέρχεται σε 4,2 εκατ. δολάρια, ενώ, σύμφωνα με ανακοίνωση, στις 7 Ιουνίου 2016 πραγματοποιήθηκε ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΑΙΠΕΔ η αποσφράγιση του φακέλου των οικονομικών προσφορών των εταιρειών (α) Magellan Aviation Services Limited και (β) Turboshaft FZE.
Το Διοικητικό Συμβούλιο του ΤΑΙΠΕΔ αποφάσισε να ελεγχθούν οι φάκελοι των οικονομικών προσφορών και να συνεδριάσει εκ νέου για την κατακύρωση του διαγωνισμού.
«Η Turboshaft FZE υπέβαλε την υψηλότερη οικονομική προσφορά και ανακηρύχτηκε ως προτιμητέος αγοραστής, σε συμφωνία με τους όρους και τα προβλεπόμενα της Πρόσκλησης Υποβολής Προσφορών.
Η ολοκλήρωσης της συναλλαγής και η υπογραφή του συμβολαίου υπόκειται στον προσυμβατικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου” καταλήγει η ανακοίνωση του ΤΑΙΠΕΔ.
H Turboshaft
Η Turboshaft έχει έδρα στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, ιδρύθηκε το 2011 και εξειδικεύεται στην εισαγωγή και εξαγωγή ανταλλακτικών και εξαρτημάτων αεροσκαφών. Αποτελεί προμηθευτή των ελαστικών Goodyear και εξαρτημάτων συστημάτων αποφυγής σύγκρουσης (Traffic Collision Avoidance System).
Πώς φθάσαμε στα 4,2 εκατ. δολάρια
Τα αεροσκάφη που πωλήθηκαν είναι δύο από τα συνολικά τέσσερα της πρώην Ολυμπιακής Αεροπορίας. Είχαν αγοραστεί το καθένα περίπου προς 140 εκατ. ευρώ, μισθώνονταν από το Δημόσιο στην πρώην Ολυμπιακή μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2009 οπότε ιδιωτικοποιήθηκε ο κρατικός αερομεταφορέας.
Η «προίκα» της αεροπορικής του Ωνάση αποτιμήθηκε το 2009 προς 180 εκατομμύρια ευρώ, ενώ το 2010 ο τότε υπουργός Οικονομικών Γιώργος Παπακωνσταντίνου είχε θέσει ως κατώτατη τιμή πώλησης τα 100 εκατομμύρια ευρώ. Τότε η αμερικανική εταιρεία Cirrus, αν και είχε πλειοδοτήσει, προσφέροντας 95 εκατομμύρια ευρώ, στη συνέχεια αποσύρθηκε και ο διαγωνισμός κηρύχθηκε άγονος αρχές του 2011.
Έτσι η διαδικασία -για την οποία είχαν προσληφθεί ως σύμβουλοι η Lazard & Co Limited, η Howrey LLP και η The Aircraft Value Analysis Company- ξεκίνησε από το μηδέν, ενώ το χρονοδιάγραμμα ολοκλήρωσής της ήταν το τέταρτο τρίμηνο του 2011, σύμφωνα με το μεσοπρόθεσμο πλαίσιο της… εποχής εκείνης.
Ωστόσο, προς τα τέλη του 2011, η Διυπουργική Επιτροπή Αποκρατικοποιήσεων ανέθεσε, εκ νέου, στην Sl engineering & Services το έργο της αποτίμησης της αξίας των Airbus. Παράγοντες της αγοράς εκτιμούσαν τότε ότι τα έσοδα που θα κατέληγαν στα κρατικά ταμεία-εάν τα 4 Airbus πωλούνταν- θα ήταν χαμηλότερα από 95 εκατ. ευρώ (από όσα δηλαδή είχε προσφέρει αρχικά η Cirrus).
Τελικά, το 2012 η αμερικανική εταιρεία Apollo συμφώνησε με το Δημόσιο να πληρώσει 40,3 εκατ. δολάρια για τα τέσσερα αεροπλάνα. Η εταιρεία όμως, παρέλαβε τα δύο από αυτά υπό τη μορφή σκραπ, ενώ η συμφωνία για τα υπόλοιπα δύο περιελάμβανε την αποσυναρμολόγησή τους. Διαδικασία που καθυστέρησε να πραγματοποιηθεί. Είναι χαρακτηριστικό ότι στις 30 Δεκεμβρίου 2011 αποφασίστηκε να πωληθούν τα αεροσκάφη, οι υπογραφές έπεσαν στις 8 Ιουλίου 2012 και η σύμβαση άρχισε να υλοποιείται το Φθινόπωρο του 2012.
Ο ΣΥΡΙΖΑ μέσω του τότε κοινουβουλευτικού του εκπροσώπου Π. Λαφαζάνη φώναζε για ξεπούλημα

Εν τω μεταξύ, η Apollo ζήτησε να μειωθεί το τίμημα, υποστηρίζοντας ότι κατά το δεκάμηνο που έχει μεσολαβήσει η αξία των δύο αεροσκαφών έχει μειωθεί. Μάλιστα, ένας τεχνικός έλεγχος που είχε πραγματοποιήσει τότε η εταιρεία αποκάλυψε βλάβη στους κινητήρες των αεροσκαφών. Ως αποτέλεσμα το τίμημα «ψαλιδίστηκε» περαιτέρω και Δημόσιο – επενδυτές συμφώνησαν στην καταβολή τιμήματος 9 εκατ. δολ. έναντι 18 εκατ. δολ. αρχικά.
Ωστόσο, την τροποποιημένη αυτή σύμβαση δεν ενέκρινε το Ελεγκτικό Συνέδριο με το σκεπτικό ότι το χαμηλότερο τίμημα ζημιώνει το Δημόσιο.
Ως αποτέλεσμα, η διαδικασία δεν προχώρησε και κατά συνέπεια το Δημόσιο απέμεινε με δύο «σαπάκια”, τα οποία κατάφερε το ΤΑΙΠΕΔ να πωλήσει. Με τον τρόπο αυτό, το Δημόσιο εξοικονομεί ποσό της τάξης των 100.000 ευρώ που πληρώνει για τη συντήρηση και την παραμονή των συγκεκριμένων «assets” στο Ελ. Βενιζέλος.
 

(adsbygoogle = window.adsbygoogle || []).push({});